Ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας εξέδωσε Εγκύκλιο 27/6/2019 με θέμα: ''Παραίτηση και επάνοδος στην υπηρεσία εκπαιδευτικών/υποψηφίων για βουλευτές''
Η Εγκύκλιος αναφέρει:
Με αφορμή ερωτήματα που υποβάλλονται στην υπηρεσία μας, σχετικά με την παραίτηση εκπ/κών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης προκειμένου να ανακηρυχτούν υποψήφιοι στις Βουλευτικές Εκλογές (ή στις Εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), καθώς και την επάνοδο στην υπηρεσία των εκπ/κών αυτών εάν δεν εκλεγούν, μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο, σας αναφέρουμε τα ακόλουθα.
Α. Νομικό πλαίσιο
-
Στο άρθρο 56, παρ. 1 του Συντάγματος (ΦΕΚ 120 τ.Α΄/27-6-2008) ορίζεται ότι
«1. Έμμισθοι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι, άλλοι υπάλληλοι του Δημοσίου, υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας, υπάλληλοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, διοικητές, υποδιοικητές ή πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων ή διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος ή επιχειρήσεων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές, αν δεν παραιτηθούν πριν από την ανακήρυξή τους ως υποψηφίων. Η παραίτηση συντελείται με μόνη τη γραπτή υποβολή της. Αποκλείεται η επάνοδος στην ενεργό υπηρεσία των στρατιωτικών που παραιτούνται. Τα ανώτερα αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης δεύτερου βαθμού δεν μπορούν να ανακηρυχθούν υποψήφιοι ούτε να εκλεγούν βουλευτές κατά τη διάρκεια της θητείας για την οποία εξελέγησαν, ακόμη και αν παραιτηθούν».
-
Στο άρθρο 30, παρ. 1, 2, 3 και 4 του Π.Δ. 26/2012 (ΦΕΚ 57 τ.Α΄/15-3-2012) ορίζεται ότι:
«1. Η παραίτηση από την υπηρεσία και από τις θέσεις που σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 56 του Συντάγματος αποτελούν κώλυμα για την εκλογή στο αξίωμα του βουλευτή, είναι γραπτή και η επίδοσή της γίνεται με δικαστικό επιμελητή στον πρόεδρο του αρμόδιου για την ανακήρυξη των υποψηφίων δικαστηρίου, πριν από την ημέρα της ανακήρυξης αυτών.
-
Η παραίτηση που επιδόθηκε δεν ανακαλείται. Αυτή θεωρείται ότι έγινε αυτοδικαίως αποδεκτή με την επίδοσή της.
-
Ο πρόεδρος του δικαστηρίου διαβιβάζει την παραίτηση, χωρίς αναβολή, στην αρμόδια για την παραλαβή της αρχή.
-
Εφόσον, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις η πράξη για την αποδοχή της παραίτησης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, η αρμόδια αρχή οφείλει να δημοσιεύσει αμέσως περίληψή της, που να περιέχει το ονοματεπώνυμο, τη θέση ή το αξίωμα που κατείχε αυτός που παραιτήθηκε ή αν πρόκειται για στρατιωτικούς, το βαθμό και το όπλο ή την υπηρεσία στην οποία αυτός ανήκε, καθώς και τη χρονολογία της επίδοσης της παραίτησης στον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου.»
-
Στο άρθρο 2, παρ. 2 του ν. 4255/2014 (ΦΕΚ 89 τ.Α΄/15-3-2012) ορίζεται ότι
«2. Οι διατάξεις του άρθρου 56 του Συντάγματος και των παραγράφων 1 έως 4 του άρθρου 30 του π.δ. 26/2012 και της παρ. 1 του δέκατου πέμπτου άρθρου του ν. 2196/1994 (Α΄ 41) για τα κωλύματα εκλογιμότητας των βουλευτών εφαρμόζονται και για την εκλογή των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».
Στο άρθρο 18, παρ. 5 του ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 τ.Α΄/11-11-1987), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12, παρ. 1 του ν. 3231/2004 (ΦΕΚ 45 τ.Α΄/11-2-2004) και ισχύει, και στο άρθρο 18, παρ. 6 και 7 του ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α΄), όπως αναριθμήθηκε με το άρθρο 12, παρ. 2 του ν. 3231/2004 (ΦΕΚ 45 Α΄), ορίζεται ότι
«5. Δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι, που παραιτούνται υποχρεωτικά σύμφωνα με την ισχύουσα εκλογική νομοθεσία, για να ανακηρυχθούν υποψήφιοι σε οποιεσδήποτε εκλογές, εάν δεν εκλεγούν, επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο. Η επάνοδος συντελείται, αυτοδικαίως, με μόνη την υποβολή σχετικής αίτησης από τον ενδιαφερόμενο στην υπηρεσία και στη θέση από την οποία είχε παραιτηθεί. Αν η υπηρεσία αυτή δεν υφίσταται κατά το χρόνο της επανόδου, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία όπου έχουν μεταφερθεί οι υπάλληλοι της υπηρεσίας εκείνης. Η αίτηση υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών από την ανακήρυξη των βουλευτών ή από τη λήξη, για οποιονδήποτε λόγο, της θητείας τους. Αν δεν υπάρχει κενή θέση, ο υπάλληλος επανέρχεται ως υπεράριθμος και καταλαμβάνει αυτοδικαίως την πρώτη θέση που θα κενωθεί στον κλάδο του. Τα παραπάνω πρόσωπα, μέχρι να εκλεγούν ή, εφόσον δεν εκλεγούν, μέχρι να επανέλθουν στην υπηρεσία τους, ασφαλίζονται για υγειονομική περίθαλψη στο φορέα ασφάλισης που ήσαν ασφαλισμένοι πριν την παραίτησή τους, καταβάλλοντας οι ίδιοι τις προβλεπόμενες εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη επί των αποδοχών που είχαν κατά το χρόνο της παραίτησής τους.
Η υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων που επανέρχονται δεν επηρεάζεται από τη δραστηριότητα και τις γνώμες που εξέφρασαν κατά την προεκλογική περίοδο ή κατά τη διάρκεια της θητείας τους. 7(8). Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στους τακτικούς υπαλλήλους των ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. καθώς και στο προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και Ο.Τ.Α. που κατέχει οργανικές θέσεις».
Στο άρθρο 28, παρ. 1 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 τ.Α΄/3-3-1994) ορίζεται ότι
«1. Κατά το διάστημα από την προκήρυξη βουλευτικών εκλογών έως την ορκωμοσία της Κυβέρνησης που προκύπτει κατά το άρθρο 37 του Συντάγματος, απαγορεύεται η έκδοση πράξεων που αφορούν το διορισμό ή πρόσληψη και οποιαδήποτε μεταβολή αναφερόμενη στην υπηρεσιακή κατάσταση κάθε κατηγορίας προσωπικού των υπηρεσιών και νομικών προσώπων του άρθρου 14 παρ. 1 του παρόντος, εκτός από τις πράξεις πειθαρχικής διαδικασίας, διαθεσιμότητας και αργίας, καθώς και τις πράξεις που εκδίδονται σε συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση».
-
Στην αριθ. 256/2004 Γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. η οποία έχει γίνει αποδεκτή από το αρμόδιο όργανο και ως εκ τούτου έχει κανονιστική ισχύ, αναφέρονται τα ακόλουθα, όσον αφορά σε αιρετά μέλη συλλογικών οργάνων:
«Επί των ως άνω ερωτημάτων το Ε τμήμα του Ν.Σ.Κ. γνωμοδοτεί ομοφώνως ως ακολούθως:
Α. Η διάταξη του άρθρου 12 του Ν. 3231/2004 ορίζει […] Από τη σαφή γραμματική διατύπωση της προαναφερόμενης διάταξης προκύπτει ότι οι δημόσιοι πολιτικοί υπάλληλοι, προκειμένου να ανακηρυχθούν υποψήφιοι, σε οποιεσδήποτε εκλογές, πρέπει κατ αρχήν να παραιτηθούν υποχρεωτικά από τη θέση τους και πριν την ανακήρυξη των υποψηφίων […] Στους ως άνω όμως παραιτηθέντες δημοσίους πολιτικούς υπαλλήλους παρέχεται το δικαίωμα, απευθείας από το νόμο, για την περίπτωση που δεν εκλεγούν, με μόνη την υποβολή σχετικής αίτησης, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών από την ανακήρυξη των Βουλευτών, να επανέλθουν στην ενεργό υπηρεσία.
Η επάνοδος δε αυτή, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, συντελείται αυτοδικαίως, αποσκοπεί κυρίως στην επαγγελματική αποκατάσταση και επαναφορά των αποτυχόντων να εκλεγούν υποψηφίων βουλευτών στη θέση του υπαλλήλου για βιοποριστικούς σκοπούς, χωρίς να παρέχεται το δικαίωμα σ΄ αυτούς να επανακτήσουν και τυχόν άλλες απωλεσθείσες θέσεις, ιδιότητες και αξιώματα, που είχαν αποκτήσει και κατείχαν λόγω της δημοσιουπαλληλικής τους ιδιότητας προ της παραιτήσεως. Τούτο δε προκύπτει όχι μόνο από την σαφή διατύπωση στο νόμο της φράσης "επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία", η οποία αφορά τα αμιγώς υπηρεσιακά καθήκοντα, αλλά και από την μέριμνα του νομοθέτη να παράσχει στα ως άνω πρόσωπα, για να μη παραμείνουν ανασφάλιστα, λόγω της διακοπής - λύσης της υπαλληλικής σχέσης, το δικαίωμα να ασφαλίζονται για υγειονομική περίθαλψη στον φορέα ασφάλισης, που ήταν ασφαλισμένοι πριν την παραίτηση τους, καταβάλλοντος όμως οι ίδιοι τις προβλεπόμενες εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη για τον προφανή λόγο ότι η διακοπή της ασφαλιστικής σχέσης επήλθε οικειοθελώς, από δική τους πρωτοβουλία και επιλογή.
Σε διαφορετική περίπτωση, αν ήθελε η επαναφορά αποκατάσταση αυτή να επεκτείνεται και σε άλλες θέσεις, ιδιότητες, αξιώματα, κ.α.. ή θα όριζε γενικά ότι αυτοί επανέρχονται συλλήβδην σε όλες τις θέσεις τις οποίες απώλεσαν λόγω συμμετοχής τους στις εκλογές ή ειδικά για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, πράγμα όμως που δεν αποτυπώνεται στον ως άνω νόμο (άρθρο 12 παρ. 5 Ν. 3231/04). […].
Ε. Συμπερασματικά ο καθηγητής Δ.Τ., με την νομίμως γενόμενη παραίτησή του, απώλεσε, ως επιγενόμενη συνέπεια αυτής, και τη θέση του αιρετού μέλους του ΑΠΥΣΔΕ, θέση στην οποία δεν δύναται να επανέλθει αυτοδίκαια, όπως επανήλθε στην υπηρεσιακή, και λόγω μη νομοθετική πρόβλεψης αλλά και λόγω νέας δημιουργηθείσας πραγματικής καταστάσεως και απόκτησης δικαιωμάτων καλοπίστως, από το διορισθέν νέο τακτικό μέλος του ΑΠΥΣΔΕ, που χρήζουν προστασίας.
ΣΤ. Σύμφωνα με όλα όσα ανωτέρω εκτίθενται, η γνώμη του Τμήματος, επί των τεθέντων ερωτημάτων, είναι ομόφωνα αρνητική ως προς το πρώτο τεθέν ερώτημα (περί αυτοδίκαιης επαναφοράς στη θέση του τακτικού αιρετού μέλους του ΑΠΥΣΔΕ εκπαιδευτικού που επανήλθε αυτοδίκαια στην υπηρεσία του, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 12 του Ν. 3231/2004), η γνώμη δε επί του δευτέρου ερωτήματος παρέλκει λόγω της ως άνω αρνητικής γνωμοδοτήσεως.»
Σύμφωνα με το με αρ. πρωτ. ΔΙΔΑΔ /Φ.20.21/862/10022/15 έγγραφο του Αν. Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης κατόπιν σχετικού ερωτήματος του Υπουργείου μας για την επάνοδο στην υπηρεσία υποψηφίων βουλευτών: «…Για τις περιπτώσεις των υπαλλήλων εκείνων που δεν εκλέγονται τελικά βουλευτές και λαμβάνοντας υπόψη το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την αίτηση παραίτησης του υπαλλήλου μέχρι την αίτηση επαναφοράς τους στην ενεργό υπηρεσία, έχουμε την άποψη ότι η Υπηρεσία σας λαμβάνοντας υπόψη κάθε υπηρεσιακή μεταβολή και εξέλιξη που θα είχε ενδεχομένως ο εν λόγω υπάλληλος, αν δεν είχε παραιτηθεί, ιδίως αν θα είχε λήξει η θητεία του σε κάποιο χρονικό σημείο βάσει της κείμενης νομοθεσίας, αν η θητεία αυτή θα είχε παραταθεί, αν θα είχε δικαίωμα συμμετοχής ενδεχομένως σε κάποια διαδικασία επιλογής, και εκτιμώντας ότι είναι εφικτή η ανατροπή της πραγματικής κατάστασης που είχε διαμορφωθεί και η επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, δύναται να επαναφέρει τον εν λόγω υπάλληλο στη θέση προϊσταμένου οργανικής μονάδας, όπου υπηρετούσε και πριν, εφόσον αυτή πληρώθηκε προσωρινά βάσει της κείμενης νομοθεσίας, είτε σε άλλες θέσεις προϊσταμένων που κενώθηκαν με άλλο τρόπο και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις επιλογής ή οι διατάξεις περί αναπλήρωσης…».
Β. Παραίτηση
Βάσει των ανωτέρω [άρθρο 30 Π.Δ. 26/2012 (ΦΕΚ 57 τ.Α΄)], η πράξη για την αποδοχή της παραίτησης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, περιέχει το ονοματεπώνυμο, τη θέση που κατείχε αυτός που παραιτήθηκε καθώς και τη χρονολογία της επίδοσης της παραίτησης στον πρόεδρο του αρμόδιου δικαστηρίου, οπότε η υπηρεσία (Δ/νση Εκπ/σης) στην οποία ανήκει οργανικά ο/η εκπ/κός οφείλει να δημοσιεύσει αμέσως περίληψη της αποδοχής της παραίτησης.
Γ. Επάνοδος
-
Κατά την άποψη της υπηρεσίας μας, η επάνοδος στην υπηρεσία (άρθρο 12 του ν. 3231/2004) των μη εκλεγέντων βουλευτών (και ευρωβουλευτών) ή των βουλευτών/ευρωβουλευτών των οποίων έληξε η θητεία, η οποία συντελείται αυτοδικαίως, με μόνη την υποβολή της σχετικής αίτησης, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών και αποτελεί δέσμια αρμοδιότητα της διοίκησης δεν εμπίπτει στην προβλεπόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α΄) απαγόρευση υπηρεσιακών μεταβολών κατά την προεκλογική περίοδο. Άλλωστε, με τη ρύθμιση του άρθρου 12 του ν. 3231/2004 (ΦΕΚ 45 Α΄) στοιχειοθετείται προσωποπαγές δικαίωμα του αιτούμενου στην επάνοδο στην υπηρεσία, με αποτέλεσμα να μην δύνανται να εγερθούν υπόνοιες για μεροληπτική μεταχείριση έναντι άλλων υπαλλήλων, που αποτελεί και το σκοπό της ανωτέρω απαγόρευσης.
-
Από τις προαναφερθείσες διατάξεις, και κατά την άποψη της υπηρεσίας μας, συνάγεται αφενός ότι οι αναπληρωτές εκπ/κοί οφείλουν να παραιτηθούν προκειμένου να ανακηρυχθούν υποψήφιοι και να εκλεγούν βουλευτές, αφετέρου ότι, εάν δεν εκλεγούν, δεν επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων (ή, εάν εκλεγούν, από τη λήξη της θητείας τους για οποιονδήποτε λόγο), δεδομένου ότι οι διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 1735/1987 (ΦΕΚ 195 Α΄) περί επανόδου στην υπηρεσία δεν εφαρμόζονται στους αναπληρωτές εκπ/κούς, καθώς οι εν λόγω εκπ/κοί είναι προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του Δημοσίου που δεν κατέχει οργανικές θέσεις.
-
Η επάνοδος συντελείται αυτοδικαίως με την υποβολή εμπρόθεσμης αίτησης από τον/την ενδιαφερόμενο/η, μετά την περάτωση της διαδικασίας ανακήρυξης των εκλεγομένων, ή της λήξης της θητείας τους.
Προκειμένου η υπηρεσία σας να προβεί στην έκδοση διαπιστωτικών πράξεων για την επάνοδο στην υπηρεσία των εκπαιδευτικών (μονίμων), και ειδικότερα για την έκδοση του απαιτούμενου αριθμού βεβαίωσης ΓΔΟΥ, θα πρέπει να αποστείλετε εντύπως (όχι με email) στη Δ/νση Υπηρεσιακής Κατάστασης και Εξέλιξης Εκπ/κού Προσ/κού Π.Ε. & Δ.Ε. – Τμήμα Α΄ (Π.Ε.) ή Β΄ (Δ.Ε.):
α) Αντίγραφο της αίτησης επανόδου του/της εκπαιδευτικού, συνοδευόμενο με αντίγραφο απόφασης του Πρωτοδικείου (Εκουσίας δικαιοδοσίας) από το οποίο να προκύπτει ότι δεν εξελέγη βουλευτής ή – προκειμένου για εκπ/κό που έληξε η θητεία του/της – το Π.Δ. της διάλυσης της Βουλής των Ελλήνων ή άλλο αποδεικτικό λήξης της βουλευτικής θητείας. Σας επισημαίνουμε ότι η αίτηση επανόδου του/της εκπαιδευτικού θα πρέπει να έχει μεταγενέστερη (ή ίδια) ημερομηνία από (με) αυτή της απόφασης εκουσίας δικαιοδοσίας του Πρωτοδικείου ή του αποδεικτικού λήξης της θητείας.
β) Το σχέδιο της διαπιστωτικής πράξης επανόδου (το οποίο θα σας επιστραφεί με τον αριθμό της ΓΔΟΥ), καθώς και ένα ακριβές αντίγραφο αυτού.
γ) Το ΦΕΚ της διαπιστωτικής πράξης παραίτησης.
δ) Αντίγραφο της τελευταίας μισθοδοσίας του/της εκπαιδευτικού.
-
Βάσει της προαναφερθείσας υπ’ αριθ. 256/2004 Γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. οι (μόνιμοι) εκπ/κοί επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, όχι όμως στη θέση αιρετού μέλους συλλογικού οργάνου που τυχόν κατείχαν. Εάν δεν υπάρχει κενή θέση ο/η εκπ/κός επανέρχεται ως υπεράριθμος/η και καταλαμβάνει αυτοδικαίως την πρώτη θέση που θα κενωθεί στον κλάδο του/της. Ακολούθως, με πράξεις των εκάστοτε αρμοδίων οργάνων δύναται να τοποθετηθούν σε θέσεις ευθύνης που τυχόν κατείχαν πριν την παραίτησή τους.
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΗΛΙΑΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ